Άγιον Όρος

Το Άγιον Όρος σήμερα
Το Άγιον Όρος αποτελεί αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους και υπάγεται πνευματικά στην δικαιοδοσία του οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Πρωτεύουσά του είναι οι Καρυές όπου έχει την έδρα ο πολιτικός διοικητής, ο οποίος με τη σειρά του υπάγεται στο υπουργείο εξωτερικών. Είναι υπεύθυνος για την τάξη και την ασφάλεια καθώς και για την πιστή εφαρμογή του καταστατικού χάρτη του Αγίου Όρους.

Το περιβόλι της Παναγιάς

Σύμφωνα με την παράδοση, η Θεοτόκος παραπλέοντας τον Άθω μαζί με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν πήγαιναν να επισκεφθούν τον Λάζαρο στην Κύπρο και εν μέσω μιας φοβερής θαλασσοταραχής, αποβιβάστηκαν στον χώρο όπου σήμερα βρίσκεται η Μονή Ιβήρων. Η Παναγία θαυμάζοντας το τοπίο ζήτησε από τον Χριστό να της παραχωρήσει το όρος για δώρο. Έτσι και έγινε. Από τότε ο τόπος αυτός ονομάζεται Άγιον Όρος ή Περιβόλι Της Παναγίας.

Το Άγιον Όρος
Υπάρχουν 20 μονές στο Άγιο Όρος που απαγορεύεται να αυξομειωθούν. Είναι μεγάλα πολύπλοκα κτίρια που περιβάλλονται από δυνατό τείχος με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα τον Πύργο με τις επάλξεις και τις πολεμίστρες που βοηθούσαν στην απομάκρυνση των πειρατών και των κατακτητών στα παραθαλάσσια κυρίως μοναστήρια.

Έχουμε δύο ειδών μονές:

  1. Τις Βασιλικές που λέγονται έτσι είτε γιατί η ίδρυση τους έγινε με εντολή και συνδρομή των Βυζαντινών αυτοκρατόρων ή γιατί επικυρώθηκε με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο,
  2. Τις Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές γιατί συνδέθηκαν με το Πατριαρχείο Κων/πόλεως που ανέλαβε την πνευματική περισσότερο εποπτεία τους (Πατριαρχικές) και από το σταυρό που τοποθετούσε ο Πατριάρχης ή ένας επίσκοπος στα θεμέλια πριν από την Ίδρυση τους (Σταυροπηγιακές).

Πηγή

Μετέωρα

Ανάμεσα στους ορεινούς όγκους της Πίνδου και των Αντιχασίων υψώνονται οι βράχοι των Μετεώρων, η σημαντικότερη, μετά το Άγιο Όρος, μοναστική πολιτεία. Οι πρώτοι ερημίτες φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν στα κοιλώματα των βράχων κατά τον 11ο-12ο αιώνα αναζητώντας ψυχική λύτρωση. Εδώ συνεχίζουν να καταφεύγουν πολλοί αναζητώντας ψυχική ηρεμία και γαλήνη.

Το επιβλητικό τοπίο από την πρώτη στιγμή καθηλώνει τον επισκέπτη προκαλώντας δέος, ενώ χάρη στη μοναδικότητά τους τα Μετέωρα περιλαμβάνονται στον Κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Πηγή

Καστοριά

Περισσότερες από εβδομήντα βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες συναντά ο επισκέπτης σε κάθε γωνιά της πόλης και στα περίχωρα της. Μοναδικής αρχιτεκτονικής και διακοσμημένες με υψηλής τέχνης τοιχογραφίες μεταμορφώνουν την περιοχή της Καστοριάς σε ένα ζωντανό μουσείο βυζαντινού πολιτισμού καθιστώντας την έναν από τους πιο αγαπητούς θρησκευτικούς προορισμούς της Ελλάδας.

Πηγή

Βεργίνα – Πέλλα

Οι αρχαιολογικοί θησαυροί του λαμπρού μακεδονικού βασιλείου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του πατέρα του, του Φιλίππου Β’, όπως περιγράφονται από τον Ηρόδοτο, σε καλούν σε ένα μοναδικό ταξίδι για να τους γνωρίσεις από κοντά, ζωντανεύοντας λίγη από τη χαμένη αίγλη της αρχαίας μακεδονικής πρωτεύουσας των Αιγών.

Η εκδρομή σε ταξιδεύει σε τρεις θεμελιώδεις περιόδους της ελληνικής ιστορίας: την αρχαιοελληνική, τη Βυζαντινή και τη σύγχρονη. Αρχαίο πνεύμα, παράδοση και κατάνυξη αποκαλύπτονται με φόντο το φυσικό κάλλος της περιοχής και τη θέα του μακεδονικού κάμπου, που ταξιδεύει το βλέμμα ως την άκρη του ορίζοντα.

ΒΕΡΓΙΝΑ
Αιγές ονομαζόταν η πρωτεύουσα του βασιλείου της αρχαίας Μακεδονίας. Η πόλη ιδρύθηκε από τον Περδίκκα Α’, τον πρώτο βασιλιά των Μακεδόνων, στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. και αναπτύχθηκε σημαντικά στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ., όταν βασιλιάς του μακεδονικού βασιλείου ήταν ο Αλέξανδρος Α’. Στα τέλη του ίδιου αιώνα, κατά τη βασιλεία του Αρχέλαου Α’, οι Αιγές φιλοξένησαν διάσημους καλλιτέχνες και πνευματικούς ανθρώπους της εποχής, που εμπνεύστηκαν και ομόρφυναν με τα έργα τους την πόλη. Μεταξύ αυτών, ο ζωγράφος Ζεύξις διακόσμησε με τις υπέροχες τοιχογραφίες του το βασιλικό ανάκτορο και ο τραγωδός Ευριπίδης συνέθεσε στις Αιγές τις τελευταίες τραγωδίες του: τον «Αρχέλαο» και τις «Βάκχες».

Ο Φίλιππος Β’, βασιλιάς των Μακεδόνων, και οι Αιγές τον επόμενο αιώνα έφτασαν στο απόγειο της ακμής τους. Ο ένδοξος βασιλιάς και πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου κάλεσε στην αυλή του παλατιού του διανοούμενους από όλη την Ελλάδα, ενώ προχώρησε στην κατασκευών νέων λαμπρών οικοδομημάτων που αναβάθμισαν σημαντικά την αισθητική της πόλης. Παρ’ ότι νέα πρωτεύουσα των Μακεδόνων είχε ανακηρυχθεί η Πέλλα ήδη από την εποχή του βασιλιά Αρχέλαου Α’ και η μεγάλη θρησκευτική γιορτή προς τιμήν του Δία είχε μεταφερθεί στο Δίον, οι Αιγές παρέμειναν ο τόπος ταφής των βασιλέων και πραγματοποίησης των ιερών τελετών και των μεγάλων γιορτών του μακεδονικού βασιλείου.

Ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε από τις Αιγές την εκστρατεία του το 334 π.Χ. για την κατάκτηση σχεδόν όλου του ως τότε γνωστού κόσμου. Τις πολύχρυσες Αιγές διάλεξε, επίσης, ο μεγάλος στρατηλάτης ως τόπο ταφής του δολοφονημένου πατέρα του, του Φιλίππου Β’, δύο χρόνια νωρίτερα, το 336 π.Χ., σε μία μεγαλειώδη νεκρώσιμη τελετή προς τιμήν του. Οι Αιγές συνέχισαν να ακμάζουν για δύο αιώνες ακόμη, ενώ εξακολούθησαν να κατοικούνται έως και μετά την κατάκτησή τους από τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., μέχρι να πέσουν τελικά στη λήθη του χρόνου.

Το όνομα Βεργίνα δόθηκε στην περιοχή δύο χιλιετίες αργότερα, το 1923, προς τιμήν της θρυλικής βασίλισσας Βεργίνας, της τελευταίας Ελληνίδας ηγεμόνος της περιοχής και γόνου της οικογένειας των Παλαιολόγων, πριν από την οριστική άλωση της Βέροιας από τους Οθωμανούς το 1433. Η σύγχρονη κωμόπολη της Βεργίνας κατοικήθηκε από ντόπιους και πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και της Βουλγαρίας, σε απόσταση αναπνοής από τα θεμέλια του αρχαίου μακεδονικού βασιλείου. Κάτω από τα πόδια των νέων κατοίκων της περιοχής, εν αγνοία όλων, βρισκόταν κρυμμένος μεταξύ άλλων ο τάφος ενός από τους μεγαλύτερους βασιλείς της Μακεδονίας, αλλά και όλου του αρχαιοελληνικού κόσμου, περιμένοντας να ξανάρθει στο φως μετά από είκοσι τρεις αιώνες.

Η ιστορική στιγμή για την παγκόσμια πολιτιστική κοινότητα έφτασε το 1977 και 1978 όταν, κατά την ανασκαφή που διηύθυνε ο καθηγητής αρχαιολογίας Μανόλης Ανδρόνικος, ανακαλύφθηκαν ασύλητοι, ανέγγιχτοι από κάποιο ανθρώπινο άπληστο χέρι, πρώτα ο τάφος του Φιλίππου Β’ κι ύστερα ο τάφος του εγγονού του και γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Αλέξανδρου Δ’. Τόσο ο πατέρας όσο και ο γιος του Μεγάλου Αλεξάνδρου είχαν τραγικό τέλος: ο Φίλιππος μαχαιρώθηκε και ο Αλέξανδρος Δ’ δηλητηριάστηκε από σφετεριστές του θρόνου. Οι τάφοι τους άφησαν ως παρακαταθήκη στους σύγχρονους καιρούς ένα δείγμα από τη λαμπρότητα της εποχής κατά την οποία έζησαν οι δύο Μακεδόνες βασιλείς, διασώζοντας και προβάλλοντας την πάλαι ποτέ αίγλη του βασιλείου της αρχαίας Μακεδονίας.

Το «Αστέρι της Βεργίνας» – ο δεκαεξάκτινος ήλιος και σύμβολο της μακεδονικής δυναστείας – βρίσκεται επάνω στην αριστοτεχνική λάρνακα που περιείχε τα αποτεφρωμένα απομεινάρια του Φιλίππου Β’. Πρόκειται για το συγκλονιστικότερο εύρημα των ανασκαφών, η οποία συνεχίζεται ως σήμερα, και έφερε στην επιφάνεια μεγάλο αριθμό κτερισμάτων από χρυσό. Μαζί και τη μικρότερη λάρνακα με το δωδεκάκτινο αστέρι, όπως και τα στεφάνια από φύλλα και καρπούς βαλανιδιάς. To μουσείο στη σημερινή του μορφή παρουσιάζει ένα έξυπνο «τρικ»: τα ταφικά κτίσματα έχουν εγκιβωτιστεί, ώστε να προστατεύονται ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύονται και ο λόφος – η «μεγάλη Τούμπα» – έχει επαναχωματωθεί, ώστε να φαίνεται όπως ήταν πριν από τις ανασκαφές.

Ο «τάφος της Περσεφόνης» και ένας τέταρτος τάφος που θεωρείται ότι ανήκε στον βασιλιά Αντίγονο Γονατά, με την εντυπωσιακή δωρική είσοδο, είναι οι υπόλοιποι επισκέψιμοι τάφοι εντός του λόφου, εκτός από του Φιλίππου Β’ και του Αλέξανδρου Δ’, οι οποίοι, όμως, βρέθηκαν συλημένοι. Ο «τάφος της Περσεφόνης» είναι διακοσμημένος με μια εξαίσια τοιχογραφία με θέμα την αρπαγή της Περσεφόνης, της κόρης της θεάς Δήμητρας, από τον Άδη, τον μοχθηρό θεό του Κάτω Κόσμου.

Η UNESCO ανακήρυξε το 1996 το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας ως Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, συμπεριλαμβάνοντάς τα στον σχετικό κατάλογο.

ΠΕΛΛΑ
Η αρχαία πόλη της Πέλλας «έκλεψε» την αίγλη των Αιγών στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., όταν ο μακεδόνας βασιλιάς Αρχέλαος Α’ την έχρισε νέα πρωτεύουσα του βασιλείου του. Τα αρχαία χρόνια, η Πέλλα ήταν παραθαλάσσια και αποκαλούνταν η «μεγίστη των εν Μακεδονία πόλεων» από τον μεγάλο ιστορικό της αρχαιότητας Ξενοφώντα. Στα χρόνια του βασιλιά Φιλίππου Β’, η πόλη συνέχισε να ανθεί, φτάνοντας στο μέγιστο της ακμής της στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος έκανε τη λαμπρή πρωτεύουσα του βασιλείου του γνωστή μέσω των κατακτήσεών του, σε όλο τον έως τότε γνωστό κόσμο.

Η Πέλλα παρέμεινε πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου μέχρι την κατάλυσή του από τους Ρωμαίους, οπότε η πρωτεύουσα λεηλατήθηκε και οι θησαυροί της κατέληξαν στη Ρώμη. Στο σύγχρονο μουσείο της Πέλλας, που εγκαινιάστηκε το 2009, εκτίθεται πλήθος αντικειμένων από την ιδιωτική και δημόσια ζωή των κατοίκων της αρχαίας Πέλλας, από τα θρησκευτικά κτήρια και τους χώρους ταφής τους, όπως και εξαίσια επιδαπέδια ψηφιδωτά.

Τα δύο πιο εντυπωσιακά από αυτά, το ψηφιδωτό του κυνηγιού του ελαφιού και το ψηφιδωτό με την απαγωγή της Ελένης από το Θησέα – η μεγαλύτερη ως σήμερα γνωστή ψηφιδωτή παράσταση στον ελληνικό χώρο – βρίσκονται στον αρχαιολογικό χώρο, στο σημείο όπου βρέθηκαν, και είναι ανοιχτά στο κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Πηγή

Αθήνα – Ακρόπολη

Σας παρουσιάζουμε τα αξιοθέατα της Αθήνας και με την υπέροχη θέα των ιστορικών και αρχαιολογικών χώρων της πόλης. Κατά τη διάρκεια της ξενάγησης ο ξεναγὁς μας θα σας παρουσιάσει – περνώντας από:

  1. Παναθηναϊκό Στάδιο
  2. Εθνική Πινακοθήκη
  3. Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
  4. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
  5. Εθνικό Θέατρο
  6. Πλατεία Ομονοίας
  7. Μοναστηράκι
  8. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (Παλιά Βουλή)
  9. Πλατεία Συντάγματος
  10. Πλάκα
  11. Εμπορικό Κέντρο
  12. Υπαίθρια Αγορά
  13. Το Εθνικό Πάρκο
  14. Βουλή των Αντιπροσώπων (πρώην βασιλικό Παλάτι)
  15. Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη (Εύζωνες)
  16. Νομισματικό Μουσείο
  17. Νεοκλασικό κτίριο της Τράπεζας Ελλάδος
  18. Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων
  19. Πανεπιστήμιο Αθηνών
  20. Εθνική Βιβλιοθήκη
  21. Πρώην βασιλικό παλάτι, η αλλαγή της φρουράς
  22. Ζάππειο
  23. Στήλες Ολυμπιίου Διος
  24. Ασκληπιείο Ιατρικό Κέντρο

Επίσκεψη σε «Την Ακρόπολη των Αθηνών» (5000 ετών), τα Προπύλαια, το Ναό της Αθηνάς Νίκης, ο Παρθενώνας ή Ναός της Αθηνάς Παρθένου (Αθηνά η Παρθένος), το Ερεχθείο, Θέατρο του Διονύσου, όπου όλα τα διάσημα δράματα γραπτἀ του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη για πρώτη φορά γίνεται, εντυπωσιακό Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού.

Σπήλαιο Αλιστράτης

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία στο φαράγγι του ποταμού Αγγίτη, που διασχίζει την περιοχή Αλιστράτης στη θέση “πετρωτό” εμφανιζόταν η σφίγγα.

Ακόμη αναφέρεται ότι ο Πλούτωνας ο θεός του Άδη, όταν έκλεψε την Περσεφόνη, θυγατέρα της θεάς Δήμητρας, την οδήγησε στη φυσική διώρυγα (φαράγγι), όπου βρίσκεται η Πύλη του Άδη.

Η περιοχή που αναφέρει η μυθολογία είναι αυτή που βρίσκεται κοντά στο τουριστικό Σπήλαιο Αλιστράτης και στα άλλα σπήλαια αυτής.

Το σπήλαιο Αλιστράτης βρίσκεται έξι (6) χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της ομόνυμης κοινότητας, στη θέση “πετρωτό”. Η έκταση της περιοχής περιλαμβάνει 14.000 στρ.

Σε απόσταση 250 μέτρων από το νότιο μέρος της εισόδου του σπηλαίου, περνά η σιδηροδρομική γραμμή Σερρών – Δράμας.

Παράλληλα με την σιδηροδρομική γραμμή και νότια σε μικρή απόσταση υπάρχει η κοίτη του ποταμού Αγγίτη, που τα νερά του έχουν διαβρώσει τους ασβεστόλιθους με αποτέλεσμα να σχηματισθεί το φαράγγι του Αγγίτη.

Το σπήλαιο βρίσκεται περί τα 50 χλμ. Ν.Α. των Σερρών, 25 χλμ. Ν.Δ. της Δράμας και τα 55 χλμ. Β.Δ. της Καβάλας.

Θεωρείται ένα από τα ωραιότερα και μεγαλύτερα της Ελλάδος, πιθανόν και της Ευρώπης, όπου η φύση θέλησε να δείξει τη μεγαλύτερη δύναμη της δημιουργίας στολισμών και σχηματισμών.

Πηγή

Σπήλαιο Πετραλώνων

Το καταστόλιστο με σταλαγμίτες και σταλακτίτες σπήλαιο Πετραλώνων βρίσκεται στους δυτικούς πρόποδες του βουνού Κατσίκα και σε υψόμετρο περίπου 300 μέτρα από το επίπεδο της θάλασσας.

Εντοπίστηκε το 1959 από τον κάτοικο Πετραλώνων Φίλιππο Χατζαρίδη και έγινε παγκόσμια γνωστό το 1960 όταν βρέθηκε το κρανίο τού Αρχανθρώπου από έναν άλλο συγχωριανό του, το Χρήστο Σαρρηγιαννίδη.

Οι συστηματικές ανασκαφές τού Σπηλαίου ξεκίνησαν το 1965 από τον ιδρυτή τής Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος καθηγητή ανθρωπολόγο Άρη Πουλιανό. Οι έρευνές του απέδειξαν ότι ο Αρχάνθρωπος είναι 700.000 περίπου ετών, γεγονός που τον καθιστά τον αρχαιότερο Ευρωπαίο. Η ηλικία αυτή στηρίχθηκε στην λεπτομερή ανάλυση της στρωματογραφίας (μέχρι σήμερα έχουν αποκαλυφθεί 28 γεωλογικά στρώματα), καθώς και στη μελέτη τόσο των αρχέγονων παλαιολιθικών εργαλείων, όσο και των ειδών της παλαιοπανίδας που ανακαλύφθηκαν σε όλα σχεδόν τα στρώματα. Ανάμεσα στα απολιθώματα των εξαφανισμένων ζώων συγκαταλέγονται λιοντάρια, ύαινες, αρκούδες, πάνθηρες, ελέφαντες, ρινόκεροι, μεγάκεροι, βίσονες και διάφορα είδη ελαφιών και ιπποειδών, όπως επίσης 25 είδη πουλιών, 16 είδη τρωκτικών και 17 είδη νυκτερίδων.

Σημαντική, για την επαλήθευση της ηλικίας, είναι η συμβολή τής πυρηνικής φυσικής. Τα υλικά που χρονολογήθηκαν είναι οστά, άργιλος, σταλαγμίτες και στάχτες. Αυτές, είναι ίχνη φωτιάς – τα αρχαιότερα που άναψε ποτέ ανθρώπινο χέρι πάνω στη γη.

ΠΡΟΣΟΧΗ:
Δεν επιτρέπεται η φωτογράφιση και η κινηματογράφηση, επειδή το σπήλαιο είναι ένας χώρος ερευνών και επειδή ο έντονος φωτισμός (διάφορα φωτιστικά, φλας, κτλ.) προκαλεί σοβαρές ζημιές στο διάκοσμο (σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό).

Πηγή

Ι. Ν. Αγίου Ιωάννη Ρώσου

Στο κέντρο της κωμόπολης του Νέου Προκοπίου δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής ναός του Οσίου Ιωάννη του Ρώσου, που αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα προσκυνήματα όχι μόνο της Εύβοιας αλλά όλης της Ελλάδας.

Το Νέο Προκόπι κτίστηκε από Έλληνες πρόσφυγες που ήλθαν στη Χαλκίδα από το Προκόπι της Καππαδοκίας το 1924, με την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μαζί τους έφεραν και το λείψανο του Οσίου Ιωάννη του Ρώσου, που φυλασσόταν στον ναό του Αγίου Βασιλείου στο Προκόπι, έχοντας διασωθεί στο παρελθόν από λεηλασίες και βανδαλισμούς των Τούρκων.
Για να τιμήσουν τη μνήμη του οσίου, οι πρόσφυγες κατασκεύασαν τον σημερινό ναό στη νέα τους πατρίδα.
Η οικοδόμησή του ξεκίνησε το 1931 και τα εγκαίνιά του έγιναν το 1951. Από το 1962 λειτουργεί ως ευαγές ίδρυμα επιτελώντας σημαντικό πνευματικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο.

Ο ναός είναι μεγάλος σε διαστάσεις, σταυρεπίστεγος με τρούλο, νάρθηκα και δύο κωδωνοστάσια. Στο εσωτερικό του κυρίαρχη θέση κατέχει η γλυπτή μαρμάρινη κατασκευή που καλύπτει την ασημένια λάρνακα με το λείψανο του οσίου, η οποία κοσμείται με ανάγλυφες παραστάσεις από τη ζωή και τα θαύματά του. Στον ναό φυλάσσονται και σημαντικές φορητές εικόνες, μερικές από τις οποίες επίσης προέρχονται από την Καππαδοκία. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η παλαιότερη γνωστή εικόνα του οσίου Ιωάννη, που χρονολογείται γύρω στο 1790 και τον απεικονίζει σε νεαρή ηλικία.

Για τη φιλοξενία των πολυάριθμων προσκυνητών που δέχεται από μακρινές περιοχές, ο ναός διαθέτει μεγάλο ξενώνα που εγκαινιάσθηκε το 1989 από τον Μητρόπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο. Επίσης, διαθέτει αίθουσες συνεδριάσεων, βοηθητικούς χώρους και μουσείο, ενώ φιλοξενεί συνέδρια, ομιλίες και άλλου είδους εκδηλώσεις.

Ο ναός λειτουργεί ως προσκυνηματικός και στις 27 Μαΐου, ημέρα μνήμης του οσίου, τελείται μεγαλοπρεπής λιτάνευση του σκηνώματός του.

Πηγή

Ι.Ν. Άγιου Σπυρίδωνος (Κέρκυρα)

Στο κέντρο της πόλης της Κέρκυρας δεσπόζει ο ναός του πολιούχου της, Αγίου Σπυρίδωνα, σημαντικό μεταβυζαντινό μνημείο με έργα τέχνης σπουδαίων δημιουργών, αλλά και σημείο αναφοράς της θρησκευτικής ζωής του νησιού στη σύγχρονη εποχή.

Ο ναός οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1589 και 1594, στην περίοδο της ενετοκρατίας, και ανακαινίσθηκε το 1670. Ανήκει στον τύπο της μονόκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής και είναι λιτός εξωτερικά, απηχώντας επιρροές από τη Δύση. Χαρακτηριστικό είναι το πανύψηλο πυργοειδές κωδωνοστάσιό του, που κατασκευάσθηκε το 1590 και είναι πανομοιότυπο με αυτό του ναού του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία.

Στο εσωτερικό του ναού εντυπωσιάζει η ουρανία, η αγιογραφημένη επίπεδη οροφή, το πρώτο δείγμα αυτού του τύπου στην Κέρκυρα. Δημιουργήθηκε το 1727 από τον σημαντικό Κερκυραίο ζωγράφο Παναγιώτη Δοξαρά, και αποτελείται από δεκαεπτά τμήματα, στα οποία εικονίζονται σκηνές από τη ζωή του Αγίου Σπυρίδωνα μέσα σε χρυσά πλαίσια. Οι αρχικές εικόνες καταστράφηκαν από την υγρασία και το 1852 αποκαταστάθηκαν από τον ζωγράφο Νικόλαο Ασπιώτη. Άλλα σημαντικά έργα είναι ο Εσταυρωμένος, του 17ου αιώνα, που αποδίδεται στον περίφημο Κρητικό ζωγράφο Εμμανουήλ Τζάνε Μπουνιαλή, καθώς και η εικόνα της Αγίας Λουκίας, έργο του Κερκυραίου ζωγράφου Σπυρίδωνα Σπεράντζα, το 1772.

Αξιόλογο είναι επίσης το μαρμάρινο τέμπλο, του 1864, από παριανό μάρμαρο, με εικόνες του Κερκυραίου ζωγράφου Σπύρου Προσαλέντη, και ο μαρμάρινος άμβωνας. Ιδιαίτερης αξίας είναι τα περίτεχνα ιερά αντικείμενα που αποτελούν δωρεές εύπορων Κερκυραίων, κυρίως σε ανάμνηση θαυμάτων του αγίου, όπως τα καντήλια που αφιερώθηκαν το 1716, όταν οι Κερκυραίοι σώθηκαν από τους Τούρκους. Από τα πιο πολύτιμα αντικείμενα του ναού είναι η πολυτελής αργυρή λάρνακα με το λείψανο του αγίου, που κατασκευάσθηκε στη Βιέννη το 1867.

Η ιστορία της Κέρκυρας είναι συνυφασμένη με τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον οποίο ο λαός της Κέρκυρας τιμά μεγαλοπρεπώς πολλές φορές κατά τη διάρκεια του έτους.

Ο ναός εορτάζει στις 12 Δεκεμβρίου, αλλά πραγματοποιούνται εορτασμοί και σε ανάμνηση των θαυμάτων του Αγίου Σπυρίδωνα, την Κυριακή των Βαΐων, το Μεγάλο Σάββατο (σωτηρία των κατοίκων από τον λιμό), στις 11 Αυγούστου (σωτηρία του νησιού από τους Τούρκους) και την πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου.

Πηγή

Ιερά Μονή Παναγίας Ξενιάς

Στο Δήμο Αλμυρού, μεταξύ των χωριών Κοκκωτών και Βρύναινας, στους πρόποδες της Όθρυος, σώζεται ανακαινισμένο με προσθήκες νέων κτισμάτων και επανδρωμένο με μοναχούς, το παλιό βυζαντινό Μοναστήρι της «Πανάγνου Θεοτόκου», που όλοι σήμερα γνωρίζουμε με το όνομα «Άνω Παναγία Ξενιά». Η ίδρυση της Μονής στη θέση που βρίσκεται σήμερα, είναι σε αδιευκρίνιστη ιστορικά χρονική περίοδο, πολύ πιο πριν από τη λατινική κατάκτηση της περιοχής από τους ιππότες της Δ’ Σταυροφορίας (1204). Στη διάρκεια της βυζαντινής Εποχής και μέχρι το 1204 η Μονή έφερε το όνομα της «Πανάγνου Θεοτόκου».

Η παράδοση αναφέρει ότι η εικόνα της Παναγιάς μεταφέρθηκε στο σημείο που βρίσκεται σήμερα από ένα άλλο βυζαντινό μοναστήρι που βρισκόταν στο Αχίλλειο και το οποίο καταστράφηκε από επιδρομές πειρατών. Μαρτυρίες από πηγές αναφέρουν ότι η μονή της «Πανάγνου Θεοτόκου» βρισκόταν κάτω από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της επισκοπής Βελεστίνου. Η επισκοπή αναφαίνεται ως επισκοπή με το όνομα αυτό στις αρχές του Θ’ αιώνα, περίοδο που ακολουθεί το «σχίσμα».

Η εμφάνιση της επισκοπής Βελεστίνου, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες από μεταγενέστερες πηγές μαρτυρίες και τα λοιπά αρχιτεκτονικά λείψανα που σώζονται έως σήμερα στον περιβάλλοντα χώρο της Μονής, πιθανολογούν την ίδρυση της Μονής της «Πανάγνου Θεοτόκου» σε κάποια φάση των χρονολογικών περιόδων που ακολουθούν το τέλος της μέσης μέχρι και τα μέσα της ύστερης Βυζαντινής Εποχής (Ζ-Θ αιώνες).

Η Μονή της «Πανάγνου Θεοτόκου» καταστράφηκε στη διάρκεια της λατινικής κατοχής (1204-1246) και επανακτίστηκε στην ίδια θέση στη διάρκεια της περιόδου αυτής, λαμβάνοντας το όνομα της Μονής του «Κύρου Ιλαρίωνος». Στην περίοδο του ΙΓ’ αι. η Μονή γίνεται το μήλο της έριδας μεταξύ των επισκοπών Βελεστίνου και Δημητριάδος εξαιτίας της γαιοκτησίας της και του πλούτου της.
Τελικά προσκυρώθηκε στην ισχυρή επιχώρια οικογένεια των τοπαρχών Μελισσηνών της Δημητριάδος κτητόρων της ονομαστής Μονής της «Οξείας επισκέψεως της Πανάγνου Θεομήτορος» της Μακρυνίτσας Πηλίου και λειτούργησε ως «παραλαύριο» αυτής.

Από το έτος 1272 και μετά τη συγχώνευση της επισκοπής Βελεστίνου στην επισκοπή Δημητριάδος, η μονή του «Κυρού Ιλαρίωνος» επανέρχεται στο παλιό της όνομα και λαμβάνει επί πλέον το προσωνύμιο «Ξενιά» και γίνεται γνωστή από τότε στο πανελλήνιο «Παναγία Ξενιά» του Αλμυρού.

Από το παλιό (αρχικό) βυζαντινό κτίσμα εκτός από τα διάφορα διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη (όπως επιστήλια, θωράκια διαχωριστικών κιόνων, παράθυρα, διαχωριστικά επιπεδόγλυφα τέμπλων) τα οποία βρίσκονται στο προαύλιο της σημερινής Άνω Παναγίας Ξενιάς, σώζονται μόνο ορισμένα στοιχεία του καθολικού, όπως ο Εσωνάρθηκας με τον διαχωριστικό τοίχο της Εκκλησίας. Ο παλιός αυτός τοίχος, που διαχωρίζει τον εσωνάρθηκα από τον κυρίως ναό της Παναγιάς, φέρει τρία ανοίγματα- πύλες-δύο πλάγιες και μία κεντρική, τη λεγόμενη «Βασιλική Πύλη». Το αέτωμα της Βασιλικής Πύλης είναι μαρμάρινο και αυτό και φέρει επιπεδόγλυφα διακοσμητικά στοιχεία που ανήκουν στην τεχνοτροπία των Ι’- ΙΓ’ αι. και παρατηρούνται και επιρροές δυτικής τεχνοτροπίας στις επιπεδόγλυφες παραστάσεις των άνω διακοσμήσεων (οξυκόρυφα τόξα, έλικες ανθέων κλπ).

Στο πέρασμα των αιώνων, ο σημερινός Ναός της Παναγίας Ξενιάς έχει υποστεί πολλές μεταβολές, προσθήκες και τροποποιήσεις στην αρχιτεκτονική του δομή. Στη Βόρεια πλευρά του Καθολικού σώζεται ένα μέρος της παλιάς βυζαντινής τοιχοποιίας. Το σημερινό Καθολικό έχει σχήμα ορθογωνικό χωρίς τρούλο. Η στέγη είναι απλή και το οικοδόμηfoto1μα δίνει τη μορφή δίρρηχτης Εκκλησίας Βασιλικού ρυθμού. Το αρχικό καθολικό έφερε τρούλο, όπως φαίνεται από τους υπάρχοντες τέσσερις κίονες μέσα στο καθολικό και τα υπερκείμενα τόξα που στηρίζουν τη στέγη της εκκλησίας. Οι περισσότερες από τις τοιχογραφίες του καθολικού, που σώζονται σε καλή κατάσταση, φιλοτεχνήθηκαν από τον ονομαστό αγιογράφο του ΙΖ αι. Ιωάννη το 1663. Οι φορητές εικόνες του περίτεχνου ξυλόγλυπτου τέμπλου του Καθολικού ανήκουν σε παλαιότερες εποχές και διακρίνονται για την ασκητική αυστηρότητα των μορφών της.

Η μονή της Άνω Παναγιάς, έχει το μεγάλο προνόμιο να διακατέχει από τη Βυζαντινή Εποχή τη Θαυματουργή εικόνα της «Παναγιάς Βρεφοκρατούσας», η οποία, κατά την παράδοση, είναι έργο που ανάγεται στα πρώτα χρόνια του Χριστού και θεωρείται έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Η παράδοση ταυτίζει την προσωνυμία της εικόνας ως «Ξενιάς» με την έννοια της φιλοξενίας που στην αρχαιοελληνική και στην βυζαντινή γλώσσα λέγεται «ξενία», δηλαδή της Παναγιάς, που φιλόστοργα δέχεται τον κάθε πιστό όταν ικέτης θα προσέλθει να ζητήσει την Χάρη της και την Προστασία της.

Πηγή